Ασφαλιστική Ορολογία
Αξία καινούργιου: Είναι το ποσό που απαιτείται για την ανακατασκευή του κτιρίου ή την αντικατάσταση των αντικειμένων του περιεχομένου του, με στοιχεία ή αντικείμενα καινούργια, παρόμοιου τύπου, προδιαγραφών και απόδοσης.
Απαλλαγή: Είναι το χρηματικό ποσό που ορίζεται στο ασφαλιστήριο και με το οποίο συμμετέχει ο ασφαλισμένος σε κάθε ζημιά.
Αποζημίωση (ασφάλισμα): Είναι το ποσό που κατά περίπτωση οφείλει να καταβάλλει η Εταιρία προκειμένου να αποκατασταθεί το σύνολο ή μέρος της ζημιάς που προήλθε από ζημιογόνο γεγονός που καλύπτεται από το ασφαλιστήριο.
Ασφαλιζόμενο αντικείμενο: Το αντικείμενο που καλύπτεται από την ασφαλιστική σύμβαση και του οποίου τα στοιχεία περιγράφονται λεπτομερώς στο ασφαλιστήριο.
Ασφαλισμένο όχημα: Είναι το όχημα που καλύπτεται από την ασφαλιστική σύμβαση και του οποίου τα στοιχεία περιγράφονται λεπτομερώς στο ασφαλιστήριο και που κινείται στο έδαφος και όχι σε τροχιές, με τη βοήθεια μηχανικής δύναμης ή ηλεκτρικής ενέργειας ανεξάρτητα αριθμού τροχών καθώς και κάθε ρυμουλκούμενο τροχοφόρο προσδεμένο με το κυρίως όχημα ή μη, καθώς και ποδήλατο με βοηθητικό κινητήρα.
Ασφαλιζόμενο ποσό: Είναι το ανώτατο ποσό αποζημίωσης που έχει συμφωνηθεί για την παροχή της ασφαλιστικής κάλυψης.
Ασφαλιστικό συμφέρον: Είναι η έννομη οικονομική σχέση που συνδέει τον λήπτη της ασφάλισης ή τον ασφαλισμένο με το ασφαλιζόμενο αντικείμενο ή τον ασφαλιζόμενο κίνδυνο.
Ασφαλιζόμενος / Ασφαλισμένος: Είναι το φυσικό ή νομικό πρόσωπο, το οποίο απειλείται από ασφαλιζόμενο κίνδυνο και αντλεί δικαιώματα από την ασφαλιστική σύμβαση. Ο ασφαλιζόμενος έχει τις ίδιες υποχρεώσεις με τον λήπτη της ασφάλισης.
Ασφαλιστήριο: Το τμήμα της ασφαλιστικής σύμβασης στο οποίο περιέχονται τα εξατομικευμένα στοιχεία της.
Ασφαλιστική Σύμβαση: Σύμβαση με την οποία η ασφαλιστική εταιρία αναλαμβάνει, έναντι ασφαλίστρου, την υποχρέωση να καταβάλει αποζημίωση ή να παράσχει παροχή σε περίπτωση που συμβεί ασφαλιζόμενο περιστατικό. Η ασφαλιστική σύμβαση περιλαμβάνει την πρόταση ασφάλισης, το ασφαλιστήριο, τους γενικούς και ειδικούς όρους και τις πρόσθετες πράξεις, που εκδίδονται με βάση τις τροποποιήσεις αυτής που συμφωνούν τα δύο μέρη.
Ασφάλιστρο: Είναι το ποσό που πληρώνει ο λήπτης της ασφάλισης ή/και ασφαλιζόμενος στην Εταιρία για την παρεχόμενη ασφαλιστική κάλυψη.
Ατύχημα: περιστατικό/συμβάν που οφείλεται σε αιτία αιφνίδια, εξωτερική, ορατή, βίαιη, τυχαία και απόλυτα ανεξάρτητη από τη θέληση και συμμετοχή του λήπτη της ασφάλισης ή/και του ασφαλισμένου ή/και τυχόν δικαιούχων αποζημίωσης ή παροχής από την ασφαλιστική σύμβαση, επιφέρει ζημιές ή βλάβες σε ασφαλισμένα αντικείμενα ή ασφαλισμένα πρόσωπα ή σε τρίτους και καλύπτεται από αυτή την ασφαλιστική σύμβαση.
Γενικοί Όροι: Οι όροι που προσδιορίζουν, μεταξύ άλλων και για το σύνολο της ασφαλιστικής σύμβασης, το πλαίσιο της ασφάλισης, τις διατάξεις των νόμων από τις οποίες διέπεται η ασφαλιστική σύμβαση, τις διαδικασίες κατάρτισης, ακύρωσης, τροποποίησης της ασφαλιστικής σύμβασης, το πώς ισχύει η ασφάλιση, τις γενικές εξαιρέσεις και τα γεωγραφικά όρια ισχύος του ασφαλιστηρίου, τι πρέπει να γίνει σε περίπτωση επίτασης του κινδύνου ή ζημιάς, τι ισχύει αν υπάρχει ασφάλιση και σε άλλη ασφαλιστική εταιρία ή επέλθει μεταβολή στο πρόσωπο του λήπτη της ασφάλισης ή του ασφαλιζόμενου, πως ασκούνται οι διαδικασίες διαιτησίας σε περίπτωση διαφωνίας των μερών της σύμβασης, το δίκαιο και τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων σε περιπτώσεις επίδικων διαφορών των μερών της σύμβασης και τυχόν άλλες γενικής ισχύος διατάξεις.
Δήλωση Ζημιάς: Είναι η έγγραφη γνωστοποίηση του ζημιογόνου γεγονότος με αναλυτική περιγραφή του από τον ασφαλιζόμενο στην Εταιρία, έτσι ώστε η Εταιρία να διακανονίσει τη ζημιά.
Δικαιούχος του ασφαλίσματος: Το πρόσωπο που έχει δικαίωμα να εισπράξει ασφαλιστική αποζημίωση.
Δικαίωμα Εναντίωσης: Το δικαίωμα του λήπτη της ασφάλισης να αρνηθεί το ασφαλιστήριο συμβόλαιο σε περίπτωση που (α) αυτό διαφοροποιείται από τις πληροφορίες που περιέχονταν στην Πρόταση ασφάλισης ή (β) δεν του έχουν παραδοθεί τα προβλεπόμενα από το νόμο πληροφοριακά στοιχεία καθώς και οι Γενικοί και Ειδικοί Όροι του Ασφαλιστηρίου. Το δικαίωμα εναντίωσης πρέπει να ασκηθεί με συστημένη επιστολή και σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία παραλαβής του ασφαλιστηρίου. Η άσκηση του δικαιώματος εναντίωσης από τον λήπτη της ασφάλισης έχει σαν αποτέλεσμα την ακύρωση της ασφαλιστικής σύμβασης. Υποδείγματα των συστημένων επιστολών (άρθρο 2, παρ. 5 και 6 Ν.2496/97) εμπεριέχονται στο βιβλίο Γενικών και Ειδικών όρων της Εταιρίας.
Δικαίωμα υπαναχώρησης: Το δικαίωμα του λήπτη της ασφάλισης, σε περίπτωση έκδοσης ασφαλιστηρίου συμβολαίου διάρκειας μεγαλύτερης του ενός (1) έτους να υπαναχωρήσει εάν για οποιονδήποτε λόγο δεν επιθυμεί την ασφάλιση αυτή. Το δικαίωμα υπαναχώρησης πρέπει να ασκηθεί με συστημένη επιστολή και σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία παραλαβής του ασφαλιστηρίου. Η άσκηση του δικαιώματος εναντίωσης από τον λήπτη της ασφάλισης έχει σαν αποτέλεσμα την ακύρωση της ασφαλιστικής σύμβασης.
Ειδικοί Όροι: Οι όροι που εξειδικεύουν συγκεκριμένες καλύψεις. Ειδικοί Όροι μπορεί να τροποποιούν Γενικούς Όρους.
Έμμεση ζημιά: Η ζημιά που προκλήθηκε όχι απ ευθείας από ζημιογόνο γεγονός αλλά από άλλη αιτία που επακολούθησε μεν αλλά βρίσκεται σε αιτιώδη συνάφεια με αυτό.
Έντυπο Φιλικής Δήλωσης Τροχαίου Ατυχήματος (Απόφαση 3/5/26.01.2011 της ΤτΕ, Κεφ. IV, ʼρθρο 13, παρ. 1&2): Είναι το έγγραφο που περιέχεται στην ασφαλιστική σύμβαση με σκοπό τη διευκόλυνση του ασφαλισμένου στην έγγραφη γνωστοποίηση στην Εταιρία ζημιογόνου γεγονότος. Είναι το ίδιο έντυπο, με βάση τη συμφωνία άμεσου διακανονισμού ζημιών από τροχαίο ατύχημα, που επιτρέπει στους ασφαλισμένους να απευθύνονται και να αποζημιώνονται, σε περίπτωση ατυχήματος και στο ποσοστό που δεν ευθύνονται, από την ασφαλιστική επιχείρηση που καλύπτει την αστική τους ευθύνη.
Έντυπο Αίτησης Αποζημίωσης Αρ.6 παρ.6 Π.Δ 237/86 (Απόφαση 3/5/26.01.2011 της ΤτΕ, Κεφ. IV, ʼρθρο 13, παρ. 1&2): Το έγγραφο που περιέχεται στην ασφαλιστική σύμβαση με σκοπό τη διευκόλυνση του ασφαλισμένου στην, σύμφωνα με την προαναφερόμενη απόφαση της ΤτΕ, έγγραφη υποβολή αίτησης αποζημίωσης.
Επασφάλιστρο: Είναι η προσαύξηση του ασφαλίστρου λόγω ηλικίας, επαγγέλματος, υγείας, κατασκευής, ή άλλης ιδιαιτερότητας σε σχέση με τα τιμολογημένα.
Ζημιά: Είναι η απρόβλεπτη και οφειλόμενη σε τυχαίο, βίαιο και ανεξάρτητο από τη θέληση του ασφαλιζόμενου, βλάβη, απώλεια ή καταστροφή περιουσιακού στοιχείου.
Κατοικία εξοχική ή δευτερεύουσα: Είναι η κατοικία στην οποία ο ασφαλιζόμενος δεν κατοικεί μόνιμα αλλά την επισκέπτεται κατά καιρούς και η οποία συνήθως βρίσκεται έξω από αστικά κέντρα ή σε προάστια ή σε εξοχικές τοποθεσίες.
Κατοικία Κύρια: Είναι η κατοικία που δηλώνεται στις Αρχές σαν μόνιμη.
Κτίριο / Οικοδομή: Είναι το κτίσμα(ατα) μαζί με τις εγκαταστάσεις (πόρτες, παράθυρα, επενδύσεις, κεντρική θέρμανση, και λοιπά συναφή στοιχεία) που δεν είναι δυνατόν να αφαιρεθούν χωρίς να υποβαθμιστεί η αξία τους ή η αξία του κτίσματος.
Λήπτης της Ασφάλισης: Το πρόσωπο το οποίο συμβάλλεται με την ασφαλιστική Εταιρία για την κατάρτιση της συγκεκριμένης ασφαλιστικής σύμβασης και έχει υποχρέωση να εξοφλεί τα ασφάλιστρα. Ο λήπτης της ασφάλισης μπορεί να λειτουργεί για δικό του λογαριασμό ή για λογαριασμό τρίτου.
Όριο ευθύνης Εταιρίας: Το ποσό μέχρι του οποίου ευθύνεται η Εταιρία να καταβάλει αποζημίωση.
Περιεχόμενο: Είναι τα κινητά αντικείμενα που είναι μέσα στον στεγασμένο χώρο της κατοικίας καθώς και αυτά που, ενώ είναι σταθερά προσαρτημένα στην οικοδομή, αν χρειαστεί μπορούν να αφαιρεθούν και να επανεγκατασταθούν σε άλλη οικοδομή χωρίς να χάσουν την αξία τους (π.χ. συσκευές κλιματισμού, φωτιστικά, εντοιχιζόμενες ηλεκτρικές συσκευές κ.α.). Δεν εμπίπτουν στην έννοια του περιεχομένου και δεν καλύπτονται, μηχανοκίνητα οχήματα, τροχόσπιτα, σκάφη, ρυμουλκούμενα αντικείμενα και οτιδήποτε περιέχεται σε αυτά.
Περίοδος Ασφάλισης: η περίοδος κατά τη διάρκεια της οποίας η Ασφαλιστική Εταιρία παρέχει ασφαλιστική κάλυψη στα ασφαλισμένα αντικείμενα.
Πραγματογνώμονας: Φυσικό ή νομικό πρόσωπο που έχει εντολή από την Εταιρία να ερευνά την αιτία ή/και συνθήκες οποιασδήποτε ζημιάς και να προσδιορίζει το ύψος της.
Πρόσθετη Πράξη: Το έντυπο που εκδίδει η Εταιρία με περιεχόμενο που τροποποιεί ασφαλιστήριο που ισχύει.
Πράσινη Κάρτα: Είναι το πιστοποιητικό Διεθνούς Ασφάλισης που εκδίδει η Εταιρία όταν επεκτείνει την κάλυψη αστικής ευθύνης στο εξωτερικό, σύμφωνα με το Ν.489/1976 και τις διατάξεις που κάθε φορά καθορίζει το Γραφείο Διεθνούς Ασφάλισης. Το πιστοποιητικό ισχύει για το διάστημα που το ασφαλισμένο όχημα βρίσκεται εκτός των ορίων της Ελληνικής Επικράτειας, τουλάχιστον για ένα (1) μήνα ή για ακέραιο πολλαπλάσιο του μήνα, και ποτέ η ισχύς του δεν μπορεί να υπερβαίνει τη διάρκεια ισχύος του ασφαλιστηρίου.
Προσωπικά Δεδομένα: Η Εταιρία τηρεί και επεξεργάζεται αρχείο με προσωπικά δεδομένα των ασφαλισμένων της, με σκοπό την ομαλή λειτουργία και εκτέλεση της ασφαλιστικής σύμβασης. Αποδέκτες των προσωπικών δεδομένων των ασφαλισμένων είναι δυνατό να είναι τα πρόσωπα που διαμεσολαβούν για τη σύναψη της ασφαλιστικής σύμβασης, δημόσιες αρχές με βάση επιταγές των νόμων ή δικαστικών αποφάσεων, η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιριών, οι έχοντες δικαιώματα από τις ασφαλιστικές συμβάσεις, πραγματογνώμονες, γιατροί, δικηγόροι, δικαστικοί επιμελητές κ.ά. Ο λήπτης της ασφάλισης ή/και ο ασφαλισμένος έχει το δικαίωμα να λαμβάνει, κατόπιν γραπτού αιτήματός του και έναντι ποσού που θα καθορίσει η Αρχή Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, τα στοιχεία που τον αφορούν προσωπικά ή και να προβάλλει τυχόν εύλογες αντιρρήσεις σύμφωνα με όσα ορίζονται στα άρθρα 12 και 13 του νόμου 2472/1997, και πάντως μέσα στα πλαίσια της ασφαλιστικής σύμβασης.
Πρόταση-Αίτηση Ασφάλισης: Ειδικό έντυπο της Εταιρίας, στο οποίο λήπτης της ασφάλισης συμπληρώνει τα απαιτούμενα στοιχεία και πληροφορίες που ζητούνται. Το έντυπο αυτό αποτελεί τη βάση για την εκτίμηση του προς ασφάλιση κινδύνου και την έκδοση του ασφαλιστηρίου. Σαν πρόταση ασφάλισης νοούνται και τυχόν άλλα έγγραφα που έχουν συμπληρωματικές πληροφορίες ή διευκρινίσεις (επιστολές, καταστάσεις κ.α.).
Συνασφάλιση: είναι η περίπτωση όπου το ασφαλισμένο αντικείμενο την ίδια χρονική στιγμή ασφαλίζεται σε περισσότερους του ενός ασφαλιστές.
Τρέχουσα εμπορική αξία: Είναι η αξία του ασφαλισμένου οχήματος πριν ακριβώς συμβεί ατύχημα, λαμβάνοντας υπόψη τη μείωση της αξίας λόγω φθοράς και παλαιότητας.
Υπασφάλιση: είναι η περίπτωση όπου το ασφαλισμένο κεφάλαιο ενός αντικειμένου είναι μικρότερο από την πραγματική αξία του (άρθρο 17, Ν.2496/97).
Υπερασφάλιση: είναι η περίπτωση όπου το ασφαλισμένο κεφάλαιο ενός αντικειμένου είναι μεγαλύτερο από την πραγματική του αξία (άρθρο 17, Ν.2496/97).
Φυσιολογική φθορά: Η φθορά/επιδείνωση της κατάστασης αντικειμένων από τη χρήση τους, την παλαιότητά τους ή τις συνθήκες περιβάλλοντος.